- γαζολίνη
- Ελαφρότατη βενζίνη, που αποτελείται ουσιαστικά από βουτάνιο, πεντάνιο, εξάνιο, επτάνιο και οκτάνιο. Η γ. παρασκευάζεται με απορρόφηση από μέσα κλάσματα που προέρχονται από την απόσταξη των ορυκτελαίων, όπως για παράδειγμα το γαζόλιο. Χρησιμοποιείται ως διαλύτης και σε μείγμα με βαριές βενζίνες, όπως ο τύπος βενζίνες αυτοκινήτων.
Dictionary of Greek. 2013.